Με τα μάτια μου κλεισμένα
πόσο μου ‘λειψες μετρώ.
Συνήθισα με σένα
και να ζήσω δεν μπορώ.
Η μοίρα μου με παίζει
σαν το φύλλο το ξερό.
Στρωμένο το τραπέζι
και στα χείλη ούτε νερό.
Να ‘ρθείς, να ‘ρθείς,
στα χείλη μου η ανάσα μου
απόψε ξεψυχά.
Να ‘ρθείς, να ‘ρθείς
κι ας έπνιξες το είναι μου
μες στα ρηχά νερά,
τις ωραιότερες στιγμές
εγώ θυμάμαι μοναχά.
Στο ρολόι μου οι δείκτες
μ’ απορία με κοιτούν.
Μου φαίνονται οι νύχτες
πως απόψε σταματούν.
Παράξενα ιδρώνω
στο παράθυρο μπροστά,
τα χέρια μου απλώνω
και φωνάζω δυνατά.
Να ‘ρθείς, να ‘ρθείς,
στα χείλη μου η ανάσα μου
απόψε ξεψυχά.
Να ‘ρθείς, να ‘ρθείς
κι ας έπνιξες το είναι μου
μες στα ρηχά νερά,
τις ωραιότερες στιγμές
εγώ θυμάμαι μοναχά.