Το μονοπάτι μας στενό,
τους δυο μας δε χωρούσε.
Για μας κανείς τον ουρανό
ν’ ανοίξει δεν μπορούσε.
Κι όταν η μπόρα ξέσπασε,
τα μάτια μας βουρκώσανε, θολώσανε.
Μια καρδιά σαν έσπασε
δυο καημοί φυτρώσανε.
Ήτανε το νερό πικρό,
πικρό στο περιγιάλι.
Ήτανε τ’ όνειρο μικρό
κι η πίκρα μας μεγάλη.
Κι όταν η μπόρα ξέσπασε,
τα μάτια μας βουρκώσανε, θολώσανε.
Μια καρδιά σαν έσπασε
δυο καημοί φυτρώσανε.