Ένας ταξιδιώτης μες στην σιγαλιά
έσκυψε και φίλησε τα πέτρινα σκαλιά
νύχτα μεσονύχτι έφτασε στο σπίτι
ένας ταξιδιώτης μες στην σιγαλιά
νύχτα μεσονύχτι έφτασε στο σπίτι
έσκυψε και φίλησε τα πέτρινα σκαλιά
Πέρασε την πόρτα με μια δρασκελιά
βλέπει πια το σπίτι του μια έρημη φωλιά
πήρε να χαράζει άγρυπνος κοιτάζει
βλέπει πια το σπίτι του μια έρημη φωλιά
Γύρισε να φύγει μ’ άδεια αγκαλιά
πότισε με δάκρυα τα πέτρινα σκαλιά
και έγινε βουνό του το παράπονό του
πότισε με δάκρυα τα πέτρινα σκαλιά