Ατσάλινος και σοβαρὸς απάνω στ᾿ άλογό του
το αχαμνό, του Θερβαντὲς ο ήρωας περνάει,
και πίσω του, το στωικὸ γαϊδούρι του καβάλα
ο ιπποκόμος του ο χοντρὸς αγάλια ακολουθάει.
Στο πέρασμά του απ᾿ τους πλατειοὺς του κόσμου δρόμους,
Όσοι τον συντυχαίνουν, για τρελό τον παίρνουν, τον κοιτάνε,
τον δείχνει ο ένας του αλλουνού – κι ειρωνικά γελάνε.
Αιώνες που ξεκίνησε κι αιώνες που διαβαίνει
με σφραγισμένα επίσημα, ερμητικὰ τα χείλια
και με τα μάτια εκστατικά, το χέρι στο κοντάρι,
πηγαίνοντας στα γαλανὰ της Χίμαιρας βασίλεια…
Ω ποιητή! παρόμοια στο διάβα σου οι κοινοὶ
οι άνθρωποι χασκαρίζουνε. Άσε τους να γελάνε:
οι Δον Κιχώτες παν μπροστὰ κι οι Σάντσοι ακολουθάνε!