Τον καιρό που μ’ αγαπούσες με ρωτάς ένα πρωί
στην κουβέντα μας επάνω τ’ είναι άραγε η ζωή
τότε γύρισα και σου είπα γι’ άλλους είναι το κρασί
γι’ άλλους δόξα γι’ άλλους πλούτη μα για μένα είσαι εσύ.
Τώρα που άλλαξε η καρδιά σου κι έναν άλλο αγαπά
απορείς μου λεν ακόμη η δική μου πως χτυπά
μήπως τάχα σαν κι εμένα δεν είν’ άνθρωποι πολλοί
από μέσα πεθαμένοι και απ’ έξω ζωντανοί.