x

Κόβε πριονάκι μου (1)

Χίλιες φορές μας είχε πει ο παππούς την ιστορία για την παράξενη μοίρα τους. Να πελεκάνε αιώνες τώρα το δέντρο που στηρίζει τον απάνω κόσμο και να το ρίξουν χάμω –πλαφ! σαν άδειο μπαλόνι. «Χο, χο, χο!» γέλαγε ο παππούς μου. «Χο, χο, χο!» γελάγαμε κι εμείς γιατί τους φανταζόμασταν εκεί κάτω στα έγκατα της γης να κόβουνε οι έρμοι και να τραγουδάνε με τις γαϊδουροφωνάρες τους:

Κόβε πριονάκι μου κι η ώρα πλησιάζει.
Χριστούγεννα ζυγώνουνε… το αίμα μας και βράζει!

Οι κακοί άνθρωποι τους φοβούνται και τους σιχαίνονται, γιατί η ασχήμια των καλικάντζαρων τους θυμίζει τη δικιά τους την ασχήμια. Οι καλικάντζαροι πάλι το έχουν υπόψη τους και αυτούς ειδικά τους ανθρώπους διαλέγουν πάντα για να τους κάνουν τα νεύρα… ’’φυτίλια’’. Μάλιστα!!! Η μόνη τους διασκέδαση είναι να ανεβαίνουν κάθε Χριστούγεννα πάνω στη γη και να δημιουργούν… έκρυθμες καταστάσεις.